Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου 2012

Ένα μαύρο κουβάρι στο δέντρο


   Βροχερή μέρα και σήμερα. Επέλεξα να περπατήσω, όχι τόσο για να κάνω οικονομία όσο για να ξεφύγει το μυαλό μου και να γεμίσει νέες και παλιές εικόνες. Δε φοβάμαι τη βροχή, αντιθέτως, συνήθως ξεχνώ σκόπιμα την ομπρέλα μου.

   Περπατώντας, λοιπόν, στους βρεγμένους δρόμους, την είδα να κάθεται κουκουβισμένη* μπροστά από ένα δέντρο, θαρρώ μια μουριά γυμνή, να ζητιανεύει με κλαψουριστή φωνή.  Φορούσε ολόμαυρα ρούχα - μα τι παράξενο, όχι τα μαύρα λερωμένα ρούχα των συνηθισμένων ζητιάνων αλλά καθαρά, πεντακάθαρα μαύρα ρούχα. Μέχρι και τα παπούτσια της καθαρά ήταν. Το κεφάλι της ήταν σκυμμένο και καλυμμένο με ένα μαύρο μαντήλι κι η φωνή της καθαρή. Τόσο καθαρή που άρχισαν να με κυριεύουν οι αμφιβολίες. Πέρασα από δίπλα της με τα μάτια στραμμένα πάνω της να την εξετάζουν σχολαστικά και περίεργα - μα αυτό κρατάει μια στιγμή, όσο και τα βήματα που χρειάζονται για να την προσπεράσουν.

   Είναι ελάχιστες οι φορές που όταν προσπεράσω κάτι ή κάποιον στρέφω πίσω το κεφάλι για μια δεύτερη ματιά και σήμερα το έστρεψα. Τόση εντύπωση μου έκανε ένα μαύρο κουβάρι από ρούχα.

   Στην επιστροφή δεν άλλαξα δρόμο, ξαναπέρασα από το ίδιο σημείο. Κι εκεί, μπροστά στη γυμνή μουριά, κουκουβισμένο στην ίδια θέση ήταν ακόμη το μαύρο κουβάρι να ζητιανεύει με κλαψουριστή μα καθαρή φωνή. Μου'ρθε μια στιγμή να σκύψω και να της σηκώσω το κεφάλι, να δω τα μάτια της και να κρίνω πόσο αληθινή ή ψεύτικη είναι. Να δω άμα θα τα χάσει ή άμα θα ντραπεί. Άμα θα φοβηθεί ή αμα θα μου βάλει τις φωνές με θράσος. Μα δεν το'κανα.

   Για δεύτερη φορά την προσπέρασα και τράβηξα κατά την βρεγμένη ανηφόρα. Σ'ολο το δρόμο ένα μαύρο κουβάρι ήταν στο μυαλό μου με τους δυό εαυτούς μου να το επεξεργάζονται και να συγκρούονται. Να'ναι τάχα μου πραγματική αυτή η εικόνα ή να'ναι αλλη μια απατεώνισσα που εκλιπαρεί με θυμό να στερηθώ εγώ για να έχει αυτή; Κι αν είναι αληθινή τι μαρτυρούν τα χαρακτηριστικά της; Ποια ήταν πριν; Πως έζησε και γιατί κατάντησε έτσι; Θα μπορούσα να είμαι στη θέση της. Μια κίνηση είναι μόνο: να ψάξω για ψιλά στις τσέπες μου.

   Μα αν είναι ψεύτικη; Μα αν παίζει με τις εικόνες που σχηματίζονται στο μυαλό μου; Αν παίζει με την ευαισθησία μου; Αν ζητιανεύει χωρίς να το αξίζει μερίδιο απ'το πορτοφόλι μου; Να κόψω από εμένα για να της δώσω εκείνης; Εκείνης με τα καθαρά ρούχα και την καθαρή φωνή; Εκείνης που τα χρόνια της δε συμβαδίζουν με την πολύωρη στάση του σώματός της; Ποιά χρόνια της; Μήπως είδα το πρόσωπό της; Τι γίνεται; Τι δε μου πάει καλα; Πόσο φοβάμαι την εξαπάτηση; Και γιατί τη φοβάμαι; Τι φοβάμαι τελικά; Αρνούμαι την εικόνα της από φόβο μη βρεθώ στη θέση της;

   Δεν ξέρω. Δεν μπορώ να πω. Μπερδεύομαι, γίνομαι κι εγώ ένα άλλο κουβάρι. Προς το παρόν χρωματιστό. Αύριο δεν ξέρω.

*κουκουβίζω: κάθομαι με τα πόδια λυγισμένα, όπως τον τύπο στο Birdy -  http://www.avoir-alire.com/IMG/jpg/birdy-1984-07-g.jpg

Φωτογραφία άρθρου: https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiiQ4ZBSdHSt3edE-Uvr7jGTuV9zYXZIPxnRjanOlKN62ZnABBMd_76__M9h7hs_JEaeyVt7AY6nbP_GXXIlQwBm8kQKFcBEpaQoDBANPZlaCUsUWBeMsFBpu0xU8wx3qA53drS-Xc17wK3/s1600/ZITIANOS.JPG

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ShareThis